Το Σαββατοκύριακο 26-27 Φεβρουαρίου 1983 ήταν η τελευταία
φορά που μια απόπειρα πραξικοπήματος απασχόλησε χιλιάδες ανθρώπους, έγινε
πρωτοσέλιδο στον ελληνικό Τύπο και προκάλεσε σφοδρές αντιπαραθέσεις στη Βουλή.
Το απόγευμα του Σαββάτου τέθηκαν σ’ επιφυλακή τα σώματα
ασφαλείας, το βράδυ εγκαταστάθηκαν στο Πεντάγωνο οι υπουργοί Προεδρίας,
Εσωτερικών, Δημόσιας Τάξης κι Εμπορικής Ναυτιλίας.
Ο υφυπουργός Αμυνας
Παυσανίας Ζακολίκος στάλθηκε μέσα στη νύχτα για «επιθεώρηση» των μονάδων της Β.
Ελλάδας ενώ κάποια στρατόπεδα κυκλώθηκαν διακριτικά από τη χωροφυλακή. Την
επομένη η «άσκηση» επεκτάθηκε στο στρατό, ενημερώθηκαν τα κόμματα κι
αξιωματικοί εγκαταστάθηκαν στην ΕΡΤ και τον ΟΤΕ. Το ίδιο βράδυ, ενώ η κρατική
τηλεόραση διέψευδε τις φήμες για πραξικόπημα, ο πρωθυπουργός δειπνούσε στο
σπίτι του με τον αμερικανό πρεσβευτή Μόντιγκλ Στερνς.
Ακολούθησε η αποστρατεία 29 στρατηγών, 52 ταξιάρχων κι 100
συνταγματαρχών. Σύμφωνα με το φιλοκυβερνητικό Τύπο, υπήρξαν πληροφορίες για
«κινήσεις» στρατιωτικών στο Μεγάλο Πεύκο, την Ξάνθη (Δ΄ Σ.Σ.), την
Αλεξανδρούπολη και την Ορεστειάδα (31ο Σ.Π.), καθώς και φήμες για συλλήψεις
αξιωματικών. Για αποτυχημένο πραξικόπημα μίλησαν και ευρωπαϊκά ραδιοτηλεοπτικά
δίκτυα (RTF, DW, BBC. Επισήμως ανακοινώθηκε ότι επρόκειτο -ξανά- για «άσκηση
ετοιμότητας».
Τι συνέβη ακριβώς; Σημείωμα του Μολυβιάτη στο «Αρχείο
Καραμανλή» αποκαλύπτει πως η κυβέρνηση είχε ενημερωθεί από το σταθμάρχη της CIA
«ότι το βράδυ της επομένης θα γινόταν απόπειρα συλλήψεως του προέδρου και του
πρωθυπουργού, καταλήψεως του Πενταγώνου κλπ» (τ.12ος, σ.272). Ο ίδιος ο
Καραμανλής φέρεται να υποτίμησε το όλο συμβάν, και το πρωί της Κυριακής έκανε
δημόσια λόγο για «βλακείες». Εντελώς διαφορετικά αντέδρασε η Ν.Δ., που έσπευσε
να καταγγείλει τη λαϊκή κινητοποίηση σαν «απροκάλυπτη και ωμή εφαρμογή
ολοκληρωτικών μεθόδων» που προκαλεί «εύλογες υπόνοιες» για «προσχεδιασμένη
γενική δοκιμή επιβολής Δικτατορίας από το Κυβερνόν Κόμμα». Οσο για τα κόμματα
της Αριστεράς, οι αντιδράσεις τους κινήθηκαν μεταξύ απαίτησης να μάθουν
περισσότερα και δεδηλωμένης βεβαιότητας ότι κάτι συνέβη. Η σύνδεση του
«κινήματος» με την επίσκεψη του σοβιετικού πρωθυπουργού Τιχόνοφ στην Αθήνα την
προηγούμενη βδομάδα, αλλά και με το γεγονός ότι οι ελληνοαμερικανικές
διαπραγματεύσεις για τις βάσεις βρίσκονταν στο πιο κρίσιμο σημείο τους,
παρέμεινε πάντως στο επίπεδο των εικασιών.

Αν κάτι διαφοροποιεί το «κίνημα του 1983» από κάθε άλλο,
αυτό ήταν η κινητοποίηση της οργανωμένης βάσης του ΠΑΣΟΚ και της Αριστεράς. Ηδη
από το μεσημέρι της Κυριακής το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού ειδοποιήθηκαν από
κυβερνητικά στελέχη «να πάρουν τα μέτρα τους», ενεργοποιώντας τους παράνομους
μηχανισμούς τους (κι ειδοποιώντας τις μικρότερες αριστερές οργανώσεις). Στο
Αριστοτέλειο, συγκέντρωση φοιτητών ενημερώθηκε από τον (πασόκο) πρόεδρο της
ΦΕΑΠΘ Μιχάλη Αλεξανδρίδη ότι «υπάρχει κίνηση κατώτερων αξιωματικών του στρατού»
αλλά «η κατάσταση ελέγχεται». Περίπου 1.000 μέλη της εξωκοινοβουλευτικής
Αριστεράς διαδήλωσαν το ίδιο βράδυ στη Θεσσαλονίκη, ενώ σε σχολές της Αθήνας η
ΚΝΕ καλούσε τη Δευτέρα με ντουντούκες την «κυβέρνηση της Αλλαγής» να στηριχθεί
στο λαό, διανέμοντας όπλα στην ΕΦΕΕ και στα συνδικάτα.
Ο,τι και νάχε συμβεί, το σίγουρο είναι ότι δεν επαναλήφθηκε.