Πέτρος Vs Ιούδας
(του πατέρα Δημήτριου)
Δύο πρόσωπα με βίους παράλληλους αλλά και τόσο αποκλίνοντες παρουσιάζονται στις διηγήσεις των Ευαγγελίων. Και οι δυο τους άνηκαν στο στενό κύκλο των Μαθητών. Ο μεν Ιούδας κατά τη μία άποψη είναι ζηλωτής. Φανατίζεται εύκολα. Αγαπάει πολύ την πατρίδα του. Την σκλαβωμένη, είναι η αλήθεια, πατρίδα του. Και θέλει να την δει ελεύθερη. Το προσωνύμιό του, Ισκαριώτης: Από την ονομασία του ειδικού στιλέτου (sicarius) που χρησιμοποιούσαν οι ζηλωτές κατά τις επιθέσεις αυτοκτονίας τους εναντίον των Ρωμαίων. Και ψάχνει το Μεσσία. Τον άνθρωπο που ο λαός του Ισραήλ θεωρούσε ότι θα έρθει στη γη για να δημιουργήσει μία Ιουδαϊκή αυτοκρατορία. Και τον φαντάζεται σαν ένα πρόσωπο δυνατό και γενναίο, στρατηγό και βασιλέα μαζί, που θα παρασύρει το λαό σε μια νικηφόρα επανάσταση κατά των κατακτητών.
Κατά μια δεύτερη άποψη, αυτή που κυρίως συναντούμε στα ευαγγελικά κείμενα της Μεγάλης Εβδομάδας, ο Ιούδας είναι ένας άνθρωπος που μέσα του έχει το χρήμα πολύ υψηλά. Θυμηθείτε στην υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδας, τη γυναίκα που θέλει να μυρώσει τον Χριστό με το πιο πολύτιμο μύρο και Εκείνος το δέχεται γιατί το λαμβάνει ως «προκαταβολή» για τον επερχόμενο θάνατό Του. Με μύρο άλειφαν τις σορούς των κοιμηθέντων πριν την ταφή τους. Και ο Ιούδας δεν άντεξε την κακή, κατά τη γνώμη του, χρήση του μύρου. Θεωρούσε πως έπρεπε να πουληθεί και τα χρήματα να δοθούν στους φτωχούς. Τουλάχιστον αυτό εξέφρασε με λόγια (Ιω. 12, 1-12).
Είτε στην πρώτη πάντως είτε στη δεύτερη περίπτωση, ο Χριστός απογοήτευσε τον Ιούδα. Γιατί σίγουρα δεν ήρθε ως πολιτικός ή στρατιωτικός ηγέτης για να αποτινάξει τον Ρωμαϊκό ζυγό αλλά ούτε και ήρθε ως Μ.Κ.Ο. της εποχής για να ανακουφίσει τα οικονομικά ή οποιαδήποτε άλλα προβλήματα των ανθρώπων. Μπορεί να θεράπευσε κάποιους θαυματουργικά, μπορεί να βοήθησε άλλους, αλλά το κύριο μέλημά Του ήταν η σωτηρία των ψυχών τους. Η θέωση τους. Αυτά που ζητούσε ο Ιούδας αφορούσαν στην παρούσα ζωή. Ο Χριστός όμως ήρθε να προτείνει μια νέα ζωή, την αιώνια. Που ξεκινάει εδώ στη γη και δεν τελειώνει ποτέ. Μια ζωή αγάπης και θυσίας. Ήρθε να θυσιάσει τον ίδιο του τον Εαυτό και να Τον προτείνει ως τρόπο υπάρξεως, αφού ο ίδιος είναι Αγάπη. Κι έτσι ο κατ΄ εικόνα Θεού πλασμένος άνθρωπος να γίνει καθ’ ομοίωσιν Αυτού.
Από όλα αυτά που ως τώρα αναλύσαμε, είναι εμφανές πως ο Ιούδας δεν είχε αγάπη για το Χριστό ή καλύτερα ο Χριστός δεν ήταν η μεγαλύτερή του αγάπη. Προτιμούσε, ίσως την πατρίδα του ή την αλληλεγγύη, με ακτιβιστικό τρόπο, προς τους αδύναμους ή χειρότερα και μάλλον πιθανότερα, μέσα του υπήρχε κρυμμένος, δυνατός έρωτας για το χρήμα. Από την άλλη ο Χριστός δεν έκανε, και δεν κάνει, διακρίσεις. Η αγάπη του Χριστού απευθύνεται με την ίδια ένταση προς όλους. Δεν αγαπάει περισσότερο αυτούς που Τον αγαπούν και εκείνοι. Δεν είναι ανταποδοτική η αγάπη Του. Δεν είναι συμφεροντολογική. Αγαπάει το ίδιο τον Ιωάννη, τον αγαπημένο μαθητή, όσο και τον Ιούδα. Και πως αποδεικνύεται αυτό; Μέχρι τελευταία στιγμή προσπαθεί να τον συνετίσει. Στο Μυστικό Δείπνο είπε ενώπιον των Μαθητών, χωρίς να αναφέρει το όνομά του, πως θα ήταν καλύτερα για τον προδότη να μην είχε γεννηθεί (Λουκ. 22,22, - Ματθ. 26,24). Όχι γιατί σκόπευε να τον τιμωρήσει. Αλλά γιατί με την επιλογή του αυτή ο προδότης (ο Ιούδας) θα έθετε εαυτόν εκτός σωτηρίας. Επίσης, δεν τον ξεχωρίζει καθόλου από τους άλλους Μαθητές και του πλένει τα πόδια, όπως και των υπολοίπων (Ιω. 13, 1-20). Ποιός; Αυτός, ο Κύριος του ουρανού και της γης, να πλένει τα πόδια του ανθρώπου που ετοιμάζεται να υλοποιήσει την συμφωνία της προδοσίας Του. Κάποια στιγμή όμως, κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, η γενικόλογη αυτή, διακριτική προσπάθεια του Χριστού να αφυπνίσει τον Ιούδα γίνεται πιο προσωπική. Του χτυπάει όχι καμπανάκι αλλά καμπάνα μεγατόνων στο τραπέζι, λέγοντάς του ότι: Να, το χέρι αυτού που θα με παραδώσει στους σταυρωτές μου είναι μαζί μου στο τραπέζι αυτό και βουτάει το ψωμί στο ίδιο πιάτο με εμένα (Λκ.22, 21). Τι άλλο να του πει για να τον συνετίσει; Πιο διακριτικός αλλά ταυτόχρονα και πιο ακριβής δε θα μπορούσε να υπάρξει. Αλλά και αργότερα, την ώρα της σύλληψης, τον αποκαλεί φίλο και τον ρωτάει για ποιο λόγο, για ποιο σκοπό ήρθε, μήπως και συνέλθει (Μτ. 26,50). Η προσφώνησή Του δεν είναι ειρωνική. Όντως τον αγαπά (φιλάω = αγαπώ). Δεν προσπαθεί να αποφύγει τη σύλληψη (πως άλλωστε θα γινόταν αυτό αφού ήδη Τον είχαν κυκλώσει; Άλλωστε και ο Ίδιος δεν έδειξε κάποια επιθυμία διαφυγής). Του έδινε τρόπο σωτηρίας ακόμη και μετά την προδοσία. Να μετανοήσει και να σωθεί.
Στο επίμονο αυτό όμως άνοιγμα του Χριστού ο Ιούδας δεν ανταποκρίθηκε. Προτίμησε να Του γυρίσει την πλάτη και να πέσει στην αγκαλιά του σκοταδιού. Επέμεινε στην πώρωσή του. Στον εγωισμό του. Στην διακριτική επίθεση αγάπης του Χριστού μοιάζει αμήχανος. Ανίκανος να ανταποκριθεί. Προτιμά την αυτοκτονία από τη μετάνοια. Δειλιάζει να κοιτάξει στα μάτια το Δάσκαλο και να ζητήσει συγνώμη. Προτιμά το κρύο σκοινί στο λαιμό του από το ζεστό χέρι του Θεού. Δεν πρόκειται πλέον για ένα στιγμιαίο λάθος. Αποτελεί επιλογή. Επιλογή ζωής. Επιλογή θανάτου. Η τραγική του κατάληξη ήταν όχι τόσο να χάσει τη ζωή του αλλά κυρίως να χάσει την ψυχή του. Το Ευαγγέλιο περιγράφει τον Ιούδα ως μεταμεληθέντα. Δεν τόλμησε όμως να μιλήσει για το λάθος του στο Δάσκαλο αλλά μόνο στα αφεντικά του. Τον περιγράφει να επιστρέφει στους αρχιερείς και στους πρεσβυτέρους και να τους πετά στα μούτρα τα τριάκοντα αργύρια. (Μτ. 27, 3-5) Όμως πουθενά δεν αναφέρει ότι επέστρεψε στο Χριστό. Η μεταμέλειά του δεν έγινε ποτέ μετάνοια. Κέντρο της ζωής του δεν έγινε ο Χριστός αλλά το τεράστιο Εγώ του.
Ξεκινώντας, ανάποδα, από το τελευταίο, ο Πέτρος μετενόησε. Ποιο το δικό του λάθος; Το θυμόμαστε όλοι. Η τριπλή του δημόσια άρνηση στο πρόσωπο του Δασκάλου του. Εκείνος τον είχε προειδοποιήσει. Στην προσπάθειά του, όμως ο Πέτρος να γλιτώσει το κεφάλι του, αυθόρμητος όπως ήταν πάντα, Τον αρνήθηκε χωρίς πολλή πολλή σκέψη. Ανθρώπινη αντίδραση. Οι περισσότεροι πιθανώς το ίδιο θα κάναμε. Μετά, όμως, θυμήθηκε τη ρήση του Ιησού πως πριν λαλήσει ο πετεινός θα Τον απαρνηθεί τρεις φορές (Μτ. 26,69-75). Και θυμήθηκε και την εκρηκτική του αντίδραση ότι δήθεν αποκλείεται να Τον προδώσει. Διαψεύστηκε όμως από τα γεγονότα. Και να λοιπόν μπροστά του έχει δυο επιλογές. Αυτές που είχε και ο Ιούδας. Την επιμονή στην προδοσία ή την μετάνοια.
Ο Πέτρος όμως αγάπησε. Παρόλο που ο Χριστός ήταν μακριά του δικαζόμενος, παρόλο που Εκείνος δεν του έκανε συνεχείς παραινέσεις, όπως έκανε στον Ιούδα, πήρε τη δύσκολη απόφαση. Και επέλεξε όχι την παραμονή στο λάθος αλλά τη σχέση με το Δάσκαλο. Και μετάνιωσε. Και υπέταξε το εγώ του. Και έκλαψε πικρά. Και είδε καθαρά. Και άπλωσε το χέρι του στο ήδη απλωμένο χέρι του Θεανθρώπου. Και Εκείνος δέχθηκε την κατ’ ιδίαν μετάνοια του Μαθητού Του. Η αγάπη Του δεν εκμηδένισε τον Πέτρο, απαιτώντας κάποια δημόσια συγνώμη.
Και ποιος έγινε Πρωτοκορυφαίος Απόστολος; Αυτός. Αυτός που αρνήθηκε το Δάσκαλο. Αυτός που πάτησε τη διαβεβαίωσή του ότι δεν θα Τον αρνηθεί ποτέ. Αυτός όμως που κατάλαβε έγκαιρα το λάθος του και δεν επέμεινε σε αυτό, αλλά έπεσε με φόρα στην πάντα ορθάνοικτη αγκαλιά του Θεού. Και μήπως αυτός γλίτωσε το θάνατο; Το βίαιο θάνατο; Όχι, βέβαια. Χρόνια αργότερα, αφού με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος έζησε μια ζωή δύσκολη διαδίδοντας το λόγο του Χριστού, έφτασε να σταυρωθεί ανάποδα στη Ρώμη για τη χάρη Του. Όμως τι σχέση έχει ο ένας θάνατος με τον άλλο; Ο μεν Ιούδας αρνούμενος την αγάπη και τη συγχωρητικότητα του Θεού επέλεξε την αιώνια μοναξιά, το αιώνιο σκοτάδι, ο δε Πέτρος μετέτρεψε το λάθος του, με τη μετάνοιά του, σε εφαλτήριο για την αιώνια ζωή.
Προσεγγίζοντας λοιπόν την Ανάσταση, οφείλουμε να κάνουμε μια ενδοσκόπηση και να εντοπίσουμε τα όποια λάθη μας, τις όποιες αμαρτίες μας ο καθένας. Είναι οι πράξεις ή οι παραλείψεις μας που μας απομονώνουν από τον αδελφό, που μας αποκόπτουν από το Θεό.
Πέτρος λοιπόν ή Ιούδας; Δύο άνθρωποι που άκουσαν τα ίδια κηρύγματα, είχαν τα ίδια βιώματα, ακολούθησαν τον ίδιο Δάσκαλο και όμως, δεν είχαν την ίδια κατάληξη. Για τον Ιούδα παρότι έκανε τη συγκεκριμένη, ή μάλλον κυρίως λόγω του ότι έκανε τη συγκεκριμένη επιλογή, ας κάνουμε μια προσευχή. Από τον Απόστολο Πέτρο, επειδή ακριβώς πραγματοποίησε τη δική του συγκεκριμένη επιλογή, ζητούμε την μεσιτεία του.
Προσεγγίζοντας λοιπόν την Ανάσταση, οφείλουμε να κάνουμε μια ενδοσκόπηση και να εντοπίσουμε τα όποια λάθη μας, τις όποιες αμαρτίες μας ο καθένας. Είναι οι πράξεις ή οι παραλείψεις μας που μας απομονώνουν από τον αδελφό, που μας αποκόπτουν από το Θεό. Αυτή είναι μια χρηστική και εύκολη μέθοδος για να τις εντοπίσουμε. Μένει λοιπόν ο τρόπος που θα ακολουθήσουμε: Ο τρόπος του Ιούδα ή ο τρόπος του Πέτρου; Το άνοιγμα στο σκοτάδι ή το άνοιγμα στο φως; Το κλείσιμο στο Εγώ ή το κάλεσμα στο Χριστό να κατοικήσει μέσα μας; Αν θέλουμε να ζήσουμε Πάσχα, όχι ως κρεοφαγία αλλά ως ανάταση ψυχής, ας επιτρέψουμε στον εαυτό μας τη μετάνοια. Τη μυστική εξομολόγηση ενώπιων του Θεού και του πνευματικού. Την μύχια, εσωτερική μεταβολή. Την σιωπηλή άρση όλων όσων πράξαμε ή δεν πράξαμε που μας εμποδίζουν να κοινωνούμε το Θεό και τον άνθρωπο. Καλή επιλογή. Καλή μετάνοια. Καλή Ανάσταση!
Υ.Γ. Ο Ιούδας αποφασίζοντας σπασμωδικά να θέσει τέλος στη ζωή του, δεν πρόλαβε να ζήσει την Ανάσταση. Αν περίμενε λιγάκι, ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά και για εκείνον. Ο Θεός και εκείνον αλλά και εμάς, μας περιμένει μέχρι την τελευταία στιγμή. Ερωτευθείτε το Θεό, ερωτευθείτε τον άνθρωπο, ζήστε την Ανάσταση τώρα, έστω και αν αυτό μέχρι τώρα ήταν εκτός προγράμματος!!!
Με αγάπη Χριστού
π. Δημήτριος Βαρσαμίδης
Ιερέας Λ.Σ. - ΕΛ.ΑΚΤ.
Cp10
Παρασκευή 7 Απριλίου 2023